γονέων και τέκνων, σχέσεις

γονέων και τέκνων, σχέσεις
(Νομ.).Ο δεσμός μεταξύ γονέων και τέκνων, σύμφωνα με τον οποίο καθορίζονται πολυάριθμες έννομες σχέσεις, όπως η γονική μέριμνα, η κληρονομική διαδοχή, η επιλογή απόκτησης του επώνυμου κλπ. Ο δεσμός αυτός έχει ως έρεισμα τη γέννηση από γάμο, τη νομιμοποίηση και την υιοθεσία. Και στις τρεις περιπτώσεις πρόκειται για τον θεσμό του οικογενειακού δικαίου, που διακρίνεται από άλλους θεσμούς προσωπικών σχέσεων ή εξαρτήσεων κοινωνικού ή οικονομικού περιεχόμενου, όπως η δουλεία, οι θεσμοί της φεουδαρχίας κλπ. Στην περίπτωση της γέννησης από γάμο, μητέρα είναι πάντοτε η γυναίκα που γέννησε το παιδί, υπάρχει δε τεκμήριο ότι ο πατέρας είναι ο νόμιμος σύζυγός της, πρέπει όμως το τέκνο να έχει γεννηθεί κατά τη διάρκεια του γάμου της μητέρας του ή μέσα σε τριακόσιες μέρες από τη λύση ή την ακύρωση του γάμου. Αν το τέκνο γεννηθεί μετά την τριακοσιοστή ημέρα, η απόδειξη της πατρότητας του συζύγου της μητέρας βαρύνει εκείνον που την επικαλείται. Τα παιδιά που γεννιούνται εκτός γάμου έχουν μονομερή γενεαλογικό δεσμό με τη μητέρα και τους μητρικούς συγγενείς, μπορούν όμως να αναγνωριστούν ή να νομιμοποιηθούν. Ο σύζυγος της μητέρας μπορεί να δώσει στο παιδί με συμβολαιογραφικό έγγραφο, το επώνυμό του στη θέση του έως τότε επωνύμου του παιδιού ή επιπρόσθετα, αν συναινέσουν η μητέρα και το παιδί. Γενεαλογικός δεσμός δημιουργείται, τέλος, με υιοθεσία. Ο νόμος ρυθμίζει με σχετική αυστηρότητα τον θεσμό της υιοθεσίας για την αποφυγή καταχρήσεων, που δεν είναι σπάνιες στην πράξη. Το πρόσωπο που παίρνει ένα άλλο για τέκνο, δηλαδή εκείνος που υιοθετεί, δεν πρέπει να έχει άλλο θετό τέκνο στη ζωή, πρέπει δε να έχει συμπληρώσει το πεντηκοστό έτος της ηλικίας του και να είναι τουλάχιστο κατά δεκαοκτώ χρόνια μεγαλύτερος από τον υιοθετούμενο. Πολλά πρόσωπα μπορεί να υιοθετήσει κανείς ταυτόχρονα αλλά οι αυτοί που υιοθετούν δεν επιτρέπεται να είναι πολλοί. Οι σύζυγοι μπορούν να προβούν σε υιοθεσία ταυτόχρονα. Οι γονείς δεν μπορούν να υιοθετήσουν το τέκνο που γεννήθηκε χωρίς γάμο μεταξύ τους. Σε περίπτωση υιοθεσίας εγγάμου, πρέπει να είναι σύμφωνος και ο άλλος σύζυγος. Οπωσδήποτε, είναι απαραίτητο να δώσει τη συγκατάθεσή του ο υιοθετούμενος. Η υιοθεσία τελείται με δικαστική απόφαση παρουσία αυτού που υιοθετεί. Το δικαστήριο επιτρέπει την υιοθεσία, αφού ερευνήσει αν συντρέχουν οι όροι του νόμου και αν από το ήθος και την περιουσιακή κατάσταση εκείνου που υιοθετεί συμφέρει η υιοθεσία τον υιοθετούμενο. Ο γενεαλογικός δεσμός που δημιουργείται έτσι, δίνει στον υιοθετούμενο θέση γνήσιου τέκνου, ως προς το κληρονομικό δικαίωμα και το όνομα (μπορεί όμως ο υιοθετούμενος, αν θέλει, να προσθέσει και το δικό του επώνυμο). Ο θετός πατέρας ή η μητέρα δεν έχουν κληρονομικό δικαίωμα απέναντι στο παιδί. Η υιοθεσία δεν δημιουργεί δεσμό συγγένειας προς τους συγγενείς εκείνου που υιοθετεί και αυτό είναι φυσικό, αφού διατηρούνται οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα απέναντι της φυσικής οικογένειας. Ο νόμος προβλέπει επίσης τη λύση της υιοθεσίας με δικαστική απόφαση, αν αποδειχτεί παράπτωμα που να δικαιολογεί την αποκλήρωση ή συνιστά λόγο αχαριστίας του θετού τέκνου απέναντι σε αυτόν που το υιοθέτησε. Σύμφωνα με τον νόμο, οι γονείς και τα παιδιά οφείλουν αμοιβαία στοργή, βοήθεια και σεβασμό μεταξύ τους. Η υποχρέωση του παιδιού συνίσταται στην παροχή στους γονείς του υπηρεσιών ανάλογων με τις δυνάμεις του καθώς και τις βιοτικές συνθήκες της οικογένειάς του. Από την άλλη πλευρά, η μέριμνα για το παιδί αποτελεί καθήκον και δικαίωμα για τους γονείς και νομικά ονομάζεται γονική μέριμνα. Παλαιότερα ο νόμος αναφερόταν σε πατρική εξουσία δημιουργώντας με αυτό τον τρόπο εξουσιαστικές σχέσεις τόσο ανάμεσα στους γονείς και τα τέκνα, όσο και μεταξύ των ίδιων των γονέων. Οι γονείς που ασκούν τη γονική μέριμνα, έχουν το δικαίωμα να καθοδηγούν τη ζωή των ανήλικων παιδιών τους, αλλά δεν τους επιτρέπεται να κάνουν κατάχρηση της θέσης τους. Στο σημείο αυτό η εξουσία τους περιορίζεται από διάφορες νομικές διατάξεις, ακόμη και ποινικές (σωματική βλάβη, προσφυγή στο δικαστήριο κλπ.). Αυτοί οι φραγμοί της εξουσίας των γονέων ή του κηδεμόνα αποτελούν εξέλιξη σε σχέση με την απόλυτη εξουσία (κάποτε και για θανάτωση των παιδιών του) που είχε στην αρχαιότητα και κατά τον Μεσαίωνα ο πατέρας. Επίσης, στην περίπτωση των κοριτσιών οι γονείς ήταν έως πρόσφατα υποχρεωμένοι να δίνουν προίκα. Στα νεότερα χρόνια, σε πολλά κράτη, οι παραπάνω διατάξεις τροποποιήθηκαν και οι σ. γ. και τ., κατά κάποιο τρόπο, φιλελευθεροποιήθηκαν. Βελτιώσεις έγιναν και στην ανάλογη ελληνική νομοθεσία (κατάργηση προίκας, ενηλικίωση στα 18).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • δίκη — Με τον όρο δ. υποδηλώνεται το σύνολο των πράξεων οι οποίες αποτελούν την ιδιαίτερη εκείνη νομική σχέση που ονομάζεται δικονομική σχέση και αναπτύσσεται μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών και των δικαστικών οργάνων του κράτους προς τον σκοπό της… …   Dictionary of Greek

  • οικογένεια — Κοινωνικός θεσμός εξαιρετικής σημασίας, που αναπτύχθηκε ιστορικά σε όλο σχεδόν τον κόσμο ως μονογαμικός δεσμός του άντρα και της γυναίκας για την ικανοποίηση φυσικών αναγκών, την απόκτηση τέκνων και τη θεμελίωση μιας οικιακής κοινότητας.… …   Dictionary of Greek

  • επώνυμο — Το όνομα της οικογένειας ή του οίκου που συνοδεύει το προσωπικό όνομα. Στους αρχαίους πολιτισμούς της ανατολικής Μεσογείου, στο προσωπικό όνομα προσέθεταν μερικές φορές το όνομα του πατέρα. Στους Άραβες, π.χ., Μοχάμετ ιμπν Άφαν και στους Εβραίους …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”